заглядываться - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

заглядываться - translation to γαλλικά


заглядываться      
см. заглядеться
jouer de l'œil      
(jouer de l'œil [или de la prunelle])
строить глазки, заглядываться на ...
lorgner      
{vt}
1) смотреть сбоку, украдкой; коситься
2) {разг.} тайно желать; иметь виды; заглядываться на...; зариться на что-либо
lorgner une femme — поглядывать на женщину
lorgner un héritage — выжидать наследство
lorgner une place — метить на какое-либо место
3) смотреть в бинокль; лорнировать
4) {уст.} косить

Ορισμός

заглядываться
несов.
1) Смотреть на кого-л., что-л. долго, с любопытством, любуясь; засматриваться.
2) Проявлять интерес к лицу другого пола.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για заглядываться
1. Только стал заглядываться беспрестанно на панночку.
2. Москвички стали всерьез заглядываться на иностранных женихов.
3. "Амкару" не то что на чужих заглядываться - своих бы удержать.
4. Кроме того, я начинаю заглядываться на представительский класс.
5. Сашка любит заглядываться на девушек, особенно на свою секретаршу Ирочку.